Παρασκευή 1 Μαΐου 2015

1η ΜΑΗ 2015



Αυτοί που μας παίρνουν το ψωμί απ’ το τραπέζι μας λένε να βγούμε στους αγρούς και να μαζέψουμε λουλούδια για τ’ ανοιξιάτικα στεφάνια μας.
Εμείς θα πάρουμε μια αγκαλιά γαρίφαλα για τους τάφους τους σκοτωμένων μας και θα δώσουμε όρκο στη μνήμη τους πως θα πάρουμε τη θέση τους στον αγώνα μέχρι να ανατρέψουμε τους δυνάστες μας.

«Γλυκέ μου εσύ δε χάθηκες, μέσα στις φλέβες μου είσαι.
Γιέ μου, στις φλέβες ολουνών, έμπα βαθιά και ζήσε.

Δες, πλάγι μας περνούν πολλοί, περνούν καβαλλαραίοι,
Όλοι στητοί και δυνατοί και σαν κ’ εσένα ωραίοι.

Ανάθεμά τους, γιόκα μου, θωρώ σε αναστημένο,
Το θώρι σου στο θώρι τους μυριοζωγραφισμένο.

Και γω η φτωχή και γω η λιγνή, μεγάλη μέσα σ’ όλους,
Με τα μεγάλα νύχια μου κόβω τη γη σε σβώλους.

Και τους πετάω κατάμουτρα στους λύκους και στ’ αγρίμια
Που μου καναν της όψης σου το κρούσταλλο συντρίμμια.

Κι ακολουθάς και συ νεκρός, κι ο κόμπος του λυγμού μας
δένεται κόμπος του σκοινιού για το λαιμό του οχτρού μας.

Κι ως το θελες (ως το λεγες τα βράδια με το λύχνο)
ασκώνω το σκεβρό κορμί και τη γροθιά μου δείχνω.

Κα αντίς τ’ άφταιγα στήθια μου να γδέρνω, δες, βαδίζω
και πίσω από τα δάκρυα μου τον ήλιο αντικρίζω.

Γιέ μου στ’ αδέρφια σου τραβώ και σμίγω την οργή μου,
σου πήρα το ντουφέκι σου· κοιμήσου, εσύ, πουλί μου.»

Το 1884, στο συνέδριό της η νεοσύστατη, τότε, Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας αποφάσισε ότι η 1η Μάη του 1886 θα είναι ημέρα ενός εκτεταμένου απεργιακού αγώνα των εργατών, με σκοπό την καθιέρωση του Οχτάωρου. Την απόφαση αυτή, στη συνέχεια, την πήρε στα χέρια της η ίδια η εργατική τάξη των Ηνωμένων Πολιτειών και την έκανε πράξη. Όσο, δε, πλησίαζε η εν λόγω ημερομηνία, τόσο περισσότερο ζούσαν οι Αμερικανοί εργάτες τον πυρετό της μάχης. Είχαν δημιουργήσει, μάλιστα, κι ένα τραγούδι για το Οχτάωρο, το οποίο έλεγε:

«Σκοπεύουμε ν' αλλάξουμε τα πράγματα.
Όχι πια να μοχθούμε απ' τα χαράματα.
Ίσα - ίσα μόνο για να ζούμε,
Να μην έχουμε ποτέ μια ώρα για να σκεφτούμε.
Θέλουμε να νιώσουμε τον ήλιο,
Θέλουμε να μυρίσουμε τ' άνθη
Είμαστε σίγουροι πως είναι θέλημα θεού
Και τ' αποφασίσαμε να έχουμε οχτάωρο.
Καλούμε τις δυνάμεις από
Ναυπηγεία κι εργοστάσια:
Οχτώ ώρες για εργασία, οχτώ ώρες για ανάπαυση
κι οχτώ ώρες για ό,τι θέλουμε»

Στην πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886, στις ΗΠΑ, γύρω στο μισό εκατομμύριο εργάτες παράτησαν τη δουλειά τους και συνενώθηκαν στους δρόμους του αγώνα. Σημαντικές απεργίες και διαδηλώσεις έγιναν στις περισσότερες από τις μεγάλες πόλεις, αλλά και στις μικρές πόλεις και κωμοπόλεις. Επίκεντρο, όμως, του αγώνα αναδείχτηκε το Σικάγο, με 90.000 διαδηλωτές στους δρόμους
Η πρωτομαγιάτικη απεργία του 1886 είχε ως αποτέλεσμα 185.000 εργάτες να κερδίσουν το 8ωρο και τουλάχιστον 200.000 εργάτες να μειώσουν το χρόνο εργασία τους από τις 12 στις 10 και 9 ώρες. Σε πολλές, επίσης, περιοχές, κερδήθηκε η ημιαργία του Σαββάτου, ενώ αρκετές βιομηχανίες σταμάτησαν την κυριακάτικη εργασία.
Στις 20 Ιουλίου 1889, το ιδρυτικό συνέδριο της Δεύτερης Διεθνούς πήρε την εξής απόφαση: «Θα οργανωθεί μια μεγάλη διεθνής εκδήλωση για μια καθορισμένη ημερομηνία, με τέτοιο τρόπο, ώστε οι εργάτες σε όλες τις χώρες και σε όλες τις πόλεις ν' απευθύνουν ταυτόχρονα μια συγκεκριμένη μέρα, προς τις δημόσιες αρχές, ένα αίτημα για να καθοριστεί η εργάσιμη μέρα σε οκτώ ώρες και να τεθούν σε ισχύ οι άλλες αποφάσεις του Διεθνούς Συνεδρίου του Παρισιού.
Ενόψει του ότι μια τέτοια εκδήλωση έχει ήδη αποφασιστεί από την Αμερικανική Ομοσπονδία Εργασίας στο συνέδριό της, το Δεκέμβρη του 1888 στο Σεντ Λούις για την 1η του Μάη 1890, η μέρα αυτή γίνεται δεκτή σαν η μέρα για τη διεθνή εκδήλωση. Οι εργάτες των διαφόρων χωρών θα πρέπει να οργανώσουν την εκδήλωση με τρόπο ανάλογο προς τις συνθήκες της χώρας τους».
Έτσι η 1η Μάη του 1886 αποφασίστηκε να καθιερωθεί ως η Εργατική Πρωτομαγιά.

Η δεύτερη αιματοβαμμένη Πρωτομαγιά ήταν το 1891 στο Φουρμί της Βόρειας Γαλλίας, ανάμεσα στους υφαντουργούς που αιματοκυλίστηκαν πρωταγωνιστούν νέες κοπέλες και παιδιά.
Στο Φουρμί είχε οργανωθεί εκ των προτέρων μια στρατιωτική επιχείρηση εναντίον των πιθανών απεργών. Από το πρωί, όταν οι εργάτες συγκεντρώθηκαν μπροστά στο υφαντουργείο «Το Απαράμιλλο», για να παρακινήσουν αυτούς που βρίσκονταν μέσα να ενωθούν μαζί τους στη διαδήλωση, μια ομάδα στρατιωτών υπό τις διαταγές ενός υπολοχαγού συνέλαβε πολλούς άντρες. Η οργή των εργατών άρχισε να φουντώνει. Το απόγευμα, η οργή αυτή εκφράστηκε σε διαδήλωση...
Τα πυρρόξανθα μαλλιά πέταξαν...
«Μια εικοσάχρονη νεαρή κοπέλα, η Μαρί Μπολντό, βάδιζε επικεφαλής της πορείας, κρατώντας ένα κλαδί με λευκάνθεμα. Πυρ!
Καθώς οι σφαίρες τη βρήκαν στο πρόσωπο, τα μαλλιά της Μαρί κυριολεκτικά αποκολλήθηκαν από το κεφάλι της, τα μακριά πυρρόξανθα μαλλιά της πετούσαν στον αέρα μαζί με τα λευκάνθεμα κάτω από το όμορφο φως του ήλιου του Βορρά και τα μαλλιά της δε βρέθηκαν ποτέ. Το μόνο που βρέθηκε στη γωνιά του πεζοδρομίου ήταν κομμάτια από μυαλά και οστά...».

Ο πρώτος γιορτασμός της εργατικής Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα έγινε στις 2 Μάη του 1893 στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Οργανωτής του γιορτασμού ήταν ο ιδρυτής του «Κεντρικού Σοσιαλιστικού Συλλόγου» Σταύρος Καλέργης.
οι συγκεντρωμένοι υπόγραψαν ψήφισμα, στο οποίο, μεταξύ άλλων, υπογραμμίζονταν τα παρακάτω αιτήματα: κυριακάτικη αργία, οκτάωρο και ταμεία αλληλοβοήθειας.
Την επόμενη χρονιά, 1894, η Πρωτομαγιά γιορτάζεται στο Παναθηναϊκό Στάδιο από όλους τους σοσιαλιστικούς ομίλους. Στο ψήφισμα εκείνης της συγκέντρωσης περιλαμβάνονται τρία αιτήματα, πρωτοποριακά για την εποχή τους, με τεράστια σημασία όμως για τους εργάτες που «διεξήγαγαν απεγνωσμένο με το θάνατο αγώνα» στους χώρους δουλειάς. Τρία αιτήματα που κατακτήθηκαν λίγες δεκαετίες μετά και αφού μεσολάβησαν σκληροί αγώνες.
«Συνελθόντες σήμερον την 1ην Μάη, αποφασίζομεν και ψηφίζομεν:
α. Την Κυριακήν να κλείνονται τα καταστήματα καθ' όλην την ημέραν και οι εργάται να αναπαύονται.
β. Οι εργάται να εργάζονται επί 8 ώρας την ημέραν και να απαγορευθεί η εργασία εις τους ανηλίκους.
γ. Να απονέμεται σύνταξις εις τους εργάτας παθόντας και καταστάντας ανικάνους προς συντήρηση εαυτών και της οικογενείας των».

Η πρώτη ματωμένη Πρωτομαγιά στην Ελλάδα ήταν αυτή του 1924. Η συγκέντρωση διοργανώθηκε από το Εργατικό Κέντρο Αθήνας στην πλατεία Κοτζιά και πραγματοποιήθηκε παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης Παπαναστασίου. Η συγκέντρωση διαλύθηκε βίαια με συνέπεια να χάσει τη ζωή του ο εργάτης Σωτήρης Παρασκευαΐδης και δεκάδες άλλοι να τραυματιστούν.
Το 1935, στην Ελλάδα, παρουσιάζεται σοβαρή ανάπτυξη του απεργιακού κινήματος που συνοδεύεται από παλλαϊκά συλλαλητήρια. Τις 200.000 φτάνουν οι απεργοί εργάτες μέχρι τον Οκτώβρη του χρόνου εκείνου, χωρίς να υπολογίζονται οι μήνες Μάρτης - Απρίλης. Χαρακτηριστικό γνώρισμα αυτών των αγώνων, που αγκαλιάζουν όλα σχεδόν τα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας, είναι η αποφασιστικότητα και το πείσμα των εργαζόμενων μαζών, που φτάνουν ακόμη και σε ανοιχτή σύγκρουση με τους εργοδότες και την αστυνομία. Το 1935 σημαδεύεται επίσης με το ματοκύλισμα δεκάδων εργατών και αγροτών.
Στους πρώτους μήνες του '36, το απεργιακό κίνημα της εργατικής τάξης αλλά και των μεσαίων στρωμάτων σημείωσε πρωτοφανή άνοδο απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας. Μόνο στο τρίμηνο Γενάρη - Μάρτη απέργησαν πάνω από 200 χιλιάδες εργάτες. Στο ίδιο χρονικό διάστημα οι αγρότες μιας σειράς επαρχιών συγκροτούσαν συλλαλητήρια, ενώ οι επαγγελματίες των πόλεων κατέβαιναν σε απεργίες. Σ’ αυτές τις παλλαϊκές κινητοποιήσεις το «παρών» έδωσε και η σπουδάζουσα νεολαία. Ολόκληρο το πρώτο δεκαήμερο του Μάρτη, οι φοιτητές των πανεπιστημίων και όλων των άλλων σχολών βρίσκονταν σε απεργία, απαιτώντας πανεπιστημιακές και γενικότερα δημοκρατικές ελευθερίες.
Τη μεγάλη άνοδο των εργατικών και λαϊκών αγώνων φανερώνει και η αντίδραση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους.

Τετάρτη 29 Απρίλη 1936. Δώδεκα χιλιάδες καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης - εκ των οποίων περίπου το 70% γυναίκες – αυτή τη μέρα δεν πιάνουν δουλειά αλλά κατεβαίνουν σε απεργία, ύστερα από απόφαση του συνδικαλιστικού τους φορέα, της Πανελλήνιας Καπνεργατικής Ομοσπονδίας (ΠΚΟ). Κυριότερο αίτημά τους έχουν την αύξηση των ημερομισθίων στις 120 - 135 δραχμές με την εφαρμογή της σύμβασης του 19248. Η απεργία ξεκινάει από τις 9.30 το πρωί. Τα καπνομάγαζα κλείνουν και οι απεργοί κατευθύνονται αρχικά στα γραφεία της Ομοσπονδίας και στη συνέχεια στον κινηματογράφο «Πάνθεον», όπου έχουν συγκέντρωση, για να συζητήσουν και να αποφασίσουν τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για την περιφρούρηση του αγώνα τους. Έξω από τον κινηματογράφο, η αστυνομία με ισχυρές δυνάμεις δείχνει τα δόντια της.
Οι απεργοί αγνοούν την προκλητική αστυνομική παρουσία, εκλέγουν Κεντρική Επιτροπή Αγώνα και στις 12.30 το μεσημέρι η Επιτροπή κάνει παράσταση στον γενικό Διοικητή Μακεδονίας Κ. Πάλλη με το υπόμνημα των αιτημάτων των καπνεργατών. Την ίδια μέρα ξεσπά η απεργία στον Βόλο και τις Σέρρες. Πολύ γρήγορα, η απεργία επεκτείνεται και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Την Πέμπτη 30 Απρίλη στην απεργία κατεβαίνουν τα Σωματεία καπνεργατών στην Καβάλα και στη Δράμα.
Το Σάββατο 2 Μάη θα προστεθούν τα Σωματεία Αγρινίου, Κομοτηνής, Σάμου, Σιδηροκάστρου, Προσοτσάνης, Νιγρίτας, Ξάνθης, Λαγκαδά, Σιάτιστας, Καρδίτσας, Πειραιά κ.ά.
Την Τρίτη 5 Μάη - 7η μέρα της απεργίας, κατεβαίνουν σε συμπαράσταση στη Θεσσαλονίκη οι κλωστοϋφαντουργοί, οι χαρτεργάτες, οι τσαγκαράδες και οι λαστιχάδες.
Στις 6 Μάη το μεσημέρι μέλη φασιστικών οργανώσεων τους οποίους χρησιμοποιεί το κράτος πυροβολούν και τραυματίζουν τον καπνεργάτη Κώστα Σαμιώτη 20 χρονών.

Την επομένη, 7 Μάη, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Θεσσαλονίκης καλεί την εργατική τάξη σε επιφυλακή για 24ωρη απεργία συμπαράστασης. Εν τω μεταξύ, η εργατική τάξη της Ελλάδας συμπαραστέκεται στους απεργούς. Οι πιο μαζικές ομοσπονδίες του Ηλεκτρισμού, Δέρματος, Οικοδόμων, Επισιτισμού, Ιματισμού, Κουρέων, Αρτεργατών, Φυματικών, το Ενωτικό Εργατικό Κέντρο Αθήνας, με τηλεγραφήματά τους προς τη Γενική Διοίκηση Μακεδονίας τονίζουν ότι αν δε λυθούν τα δίκαια αιτήματα των Καπνεργατών, των τσαγκαράδων και υφαντουργών και σε περίπτωση που εφαρμοστούν τα τρομοκρατικά μέτρα που εξαγγέλθηκαν, η εργατιά όλης της χώρας θα κατέβει σε πανελλαδική απεργία.
Στις 8 Μάη, λίγο πριν το μεσημέρι, εφτά χιλιάδες απεργοί της Θεσσαλονίκης κατευθύνθηκαν προς τη γενική Διοίκηση Βορείου Ελλάδος, για να απαιτήσουν την άμεση επίλυση των αιτημάτων τους. Δυνάμεις έφιππης και πεζής χωροφυλακής προσπάθησαν να τους σταματήσουν, χωρίς όμως να το πετύχουν. Τότε άρχισαν να πυροβολούν κατά του άοπλου πλήθους, που ύστερα από το πρώτο σοκ ανασύνταξε τις δυνάμεις του κι άρχισε να στήνει οδοφράγματα. Την ίδια ώρα, άλλη διαδήλωση από τρεις χιλιάδες περίπου εργάτες, που κατευθυνόταν επίσης προς το διοικητήριο, δέχτηκε κι αυτή επίθεση από τους χωροφύλακες. Οι εργάτες κατάφεραν να σπάσουν τις ζώνες των χωροφυλάκων και να ενωθούν με τους συναδέλφους τους στα οδοφράγματα.
Μέσα σε λίγη ώρα τα νέα είχαν φτάσει σε κάθε σημείο της πόλης κι ο κόσμος κατέβαινε από τις συνοικίες προς το κέντρο για να βοηθήσει τους αγωνιζόμενους εργάτες. Οι αρχές τρομοκρατήθηκαν. Ο Διοικητής της φρουράς Θεσσαλονίκης έδωσε διαταγή στο στρατό να χτυπήσει τους διαδηλωτές αλλά οι φαντάροι δεν υπάκουσαν. Τρεισήμισι ώρες κράτησαν οι οδομαχίες και τελικά οι διαδηλωτές υποχώρησαν. Πολλοί εργάτες είχαν τραυματιστεί αλλά η αγανάκτηση το λαού ήταν στο κατακόρυφο. Το βράδυ, πολλά σωματεία της Θεσσαλονίκης (αυτοκινητιστές, λιμενεργάτες, οικοδόμοι, τροχιοδρομικοί κ.ά.) κήρυξαν απεργία. Η κυβέρνηση σε απάντηση προχώρησε στην έκδοση διατάγματος επιστράτευσης των τροχιοδρομικών και των σιδηροδρομικών και διέταξε το Γ΄ Σώμα Στρατού να λάβει εξαιρετικά μέτρα προς εξασφάλιση της τάξης.
Την επομένη, 9 Μαΐου, η απεργία στη συμπρωτεύουσα είχε γενικευτεί. Μαζί με τους εργάτες κατέβηκαν σε απεργία διαμαρτυρίας και οι επαγγελματίες, οι βιοτέχνες και οι φοιτητές. Έτσι οι χωροφύλακες από νωρίς το πρωί άρχισαν τις επιθέσεις εναντίον εργατικών συγκεντρώσεων. Η πρώτη σοβαρή σύγκρουση έγινε μεταξύ χωροφυλακής και απεργών αυτοκινητιστών στην οδό Εγνατίας. Οι χωροφύλακες χτύπησαν στο ψαχνό και σε λίγο έπεσε ο πρώτος νεκρός απεργός: ήταν ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης.
 «Το πλακόστρωτο και οι γύρω δρόμοι βάφονται με αίμα. Παντού ακούγονται αγκομαχητά των πληγωμένων και οι κατάρες του πλήθους ενάντια στους φονιάδες. Γίνεται διαδήλωση με το νεκρό εργάτη πάνω σε μια πόρτα μπροστά προς το Διοικητήριο, από το οποίο απουσιάζει ο Διοικητής, όχι, όμως και οι χωροφύλακες που το φυλάνε πάνοπλοι. Την ίδια ώρα οι καμπάνες σε όλες τις συνοικίες κτυπάν συναγερμό, ο λαός ξεχύνεται στους δρόμους και κατηφορίζει προς το Κέντρο. Πορείες με υψωμένες τις γροθιές ενώνονται με τους απεργούς, ενώ κόκκινα λάβαρα βαμμένα από το αίμα των δολοφονημένων εργατών ανεμίζουν.»
Μέσα στους πρώτους νεκρούς και η Αναστασία Καρανικόλα.
Οι μαζικές δολοφονίες διαδηλωτών αντί να κάμψουν τη λαϊκή αντίσταση, τη θεριεύουν προκαλώντας νέα κύματα οργής και αγανάκτησης. Όλη η πόλη έχει ξεσηκωθεί ενώ οι στρατιώτες παραβαίνουν τις διαταγές, αρνούνται να σηκώσουν όπλο κατά του λαού και συγκρούονται με τους χωροφύλακες.
Η βάρβαρη δολοφονική επίθεση εναντίον του λαού της Θεσσαλονίκης προκάλεσε έκρηξη κι απεργιακές κινητοποιήσεις σε ολόκληρη την Ελλάδα.

ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ 1944
Τέτοια μέρα δεν ξανάζησε η Καισαριανή... Γεμάτη θάνατο... Γεμάτη περηφάνια...

«...Οι άντρες βγάζανε στο πέρασμά τους τα καπέλα, οι γυναίκες τρέχανε και κουβαλούσανε λουλούδια κι όλοι ήταν θαρρείς σαν υπνωτισμένοι απάνω από τις σταγόνες το αίμα τους, που 'τρεχε κι έπηζε κι η γης δεν το έπινε και γινότανε αυλάκια... Μέσα στο χώρο της εκτέλεσης, οι εργάτες του δήμου κουβάλησαν από το δίπλα χωράφι με φτυάρια πολύ χώμα για να ρουφήξει το αίμα...».
Και ήτανε μουντή, λένε, εκείνη η Πρωτομαγιά...
Σαν να θρηνούσε ο ουρανός το θάνατο των 200 παλικαριών...
Ο δρόμος από το Χαϊδάρι μέχρι την Καισαριανή γέμισε ρούχα, σημειώματα, περηφάνια και πατριωτισμό. Κανείς δε λύγισε. Κανείς δε ζήτησε να του χαριστεί η ζωή. Μόνο εκδίκηση ζητούσαν και αγώνα για τη λευτεριά. Άλλωστε, η ζωή κατακτάται, δε χαρίζεται...
Στην πρώτη γραμμή ο Ναπολέων Σουκατζίδης, ο κομμουνιστής, ο οποίος μπορούσε να ζήσει και να πάει άλλος στο εκτελεστικό απόσπασμα στη θέση του, απέδειξε το μεγαλείο του, λέγοντας ΟΧΙ...
Τα σημειώματα γράφτηκαν με αίμα, πάνω σε κομμάτια από ύφασμα και ρίχτηκαν στο δρόμο. Παράκληση στους περαστικούς, να γίνουν αγγελιοφόροι θανάτου, στις οικογένειες των ηρώων. Σημειώματα, ελπίδα για το μέλλον. Δεσμευτικά για τη συνέχιση του αγώνα μέχρι τη λευτεριά.
Δέκα φορτηγά χρειάστηκαν, να μεταφέρουν τους διακόσιους, στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής. Η είδηση για την εκτέλεση διαδόθηκε σαν αστραπή. Πλήθος κόσμου μαζεύτηκε κι έψαχνε αν είναι κάποιος δικός του στα καμιόνια του θανάτου.
Και έφτασαν στον τόπο της θυσίας. Ανά εικοσάδες γίνονταν οι εκτελέσεις. Δέκα φορές. Κι ο τοίχος της Καισαριανής κόκκινος. Το αίμα ζεστό κι υπάλληλοι του δήμου, να προσπαθούν να το μαζέψουν. Οι μελλοθάνατοι ‘βαζαν τους νεκρούς στα φορτηγά. Πολλοί δεν πέθαναν αμέσως. Ξεψύχησαν στο δρόμο. Ηρωικές και οι τελευταίες τους λέξεις.
Κατάρες κι αναθέματα αντηχούσαν στην Καισαριανή. Θρήνος και οδυρμός ζωγράφιζαν εκείνη τη μέρα με τα πιο σκοτεινά χρώματα κι έγραφαν με το αίμα των 200 κομμουνιστών τις πιο περήφανες σελίδες της νεότερης ιστορίας.
Απομεσήμερο Δευτέρας, τέλειωσαν οι εκτελέσεις. Και οι 200. Μέχρι το βράδυ, λένε, τους είχαν θάψει όλους.
Διακόσιοι τάφοι άνοιξαν, δεν μπόρεσαν όμως να θάψουν το κουράγιο, την ανδρεία και την αυταπάρνηση των αγωνιστών της Καισαριανής. Διακόσιοι θάνατοι, που ανάστησαν τη φλόγα για τη λευτεριά...

Η 1η Μάη, για μας, συμβολίζει όλους τους αγώνες των εργατριών και των εργατών, των αγροτισσών και των αγροτών, των λαϊκών οικογενειών, από τους πρώτους αγώνες μετά τη βιομηχανική επανάσταση μέχρι και σήμερα.
Τιμάμε τις υφάντρες του εργοστασίου του Ρετσίνα στον Πειραιά που νίκησαν το φόβο τους και κατέβηκαν σε μεγαλειώδη απεργία το 1892, ζητώντας τα αυτονόητα.
Την καπνεργάτρια Μαρία Χουσιάδου που δολοφονήθηκε στην απεργία των καπνεργατών της Καβάλας το 1924.
Τη Βασιλική Γεωργαντζέλη, μάνα και έγκυο στο τρίτο της παιδί που δολοφονήθηκε στην απεργία των καπνεργατών του Αγρινίου το 1926.
Την καπνεργάτρια Κωνσταντέλλη που δολοφονήθηκε το 1927 στις κινητοποιήσεις των καπνεργατών στη Θεσσαλονίκη.
Τη 17χρονη Παναγιώτα Σταθοπούλου και τη 19χρονη Κούλα Λίλλη που έπεσαν νεκρές από τα κατοχικά τάνκ στην οδό Πανεπιστημίου το 1943.
Όλες τις επώνυμες και ανώνυμες αγωνίστριες που βρέθηκαν φυλακισμένες στις φυλακές Αβέρωφ, στις φυλακές Αλικαρνασσού, στο Τρίκερι, στο Μακρονήσι και στην Ανάφη.
Όλες τις γυναίκες της εργατικής τάξης και των λαϊκών στρωμάτων που δεν σκύβουν το κεφάλι και συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να αγωνίζονται κάθε μέρα μέσα από το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα και την Κοινωνική Συμμαχία για μια κοινωνία που θα μπορούν να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για την πραγματική ισοτιμία των γυναικών.

«...Μόνο θυμηθείτε το αν η ελευθερία δε βαδίσει στα χνάρια του αίματός μας, εδώ θα μας σκοτώνουν κάθε μέρα. Γεια σας».
 ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ - ΣΚΟΠΕΥΤΗΡΙΟ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ